Ο Απόστολος Ανδρέας κήρυξε κατά την παράδοση στην
Συρία, Βιθυνία, Πόντο και μετά στην Σκυθία, την νότιο δηλαδή Ρωσία...
Έφθασε μέχρι του Δνείπερου ποταμού και τού τόπου πού σήμερα είναι κτισμένο το Κίεβο.
Πέρασε βέβαια η εορτή του Πολιούχου μας Αγίου Ανδρέα, έγραψαν άλλοι για την γεμάτη διωγμούς ζωή του, έγιναν τόσες και τόσες εκδηλώσεις μέσα στα λεγόμενα Πρωτοκλήτεια, αλλά πάντα κάθε εορτή έχει έναν μεθεόρτιο κύκλο κάποιων ημερών πού λήγει την 7η ημέρα, ώς «απόδοση» της εορτής.
Είμαστε λοιπόν ακόμη μέσα στις μέρες αυτές, και δεν μπορέσαμε να αρνηθούμε για δημοσίευση ένα πολύ ενδιαφέρον μικρό κείμενο πού μας στείλανε :
«….Τις μέρες αυτές πού η τοπική Εκκλησία των Πατρών τίμησε τήν μνήμη ενός μεγάλου Αποστόλου, τοῦ Αγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, θα ήθελα νά ξεκινήσω τις σκέψεις μου μέ ἕνα απλό ἐρώτημα :
Αλήθεια, ἄν σ΄ όλους εμάς ἔλεγε σήμερα ὁ Χριστός «θέλω νά σᾶς προσλάβω στην ομάδα τῶν Ἀποστόλων, νά γίνετε κι΄ εσείς Απόστολοι, και θέλω να μοῦ φέρνατε ἕνα βιογραφικό σας να δώ πώς βλέπετε κι΄ εσείς τον εαυτό σας…», τί θά τού γράφατε μέσα;
Μή βιάζεσθε νά
ἀπαντήσετε.
Τό ἀπήντησε σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στό κείμενο πού θα διαβάσουμε λίγο παρακάτω :
Τό ἀπήντησε σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στό κείμενο πού θα διαβάσουμε λίγο παρακάτω :
«…Ἀδελφοί ! Νομίζω ὅτι ὁ Θεὸς ἄφησε ἐμᾶς τοὺς Αποστόλους νὰ ἐμφανισθοῦμε σαν τους πιο τελευταίους, σὰν καταδικασμένους εἰς θάνατον πού βαδίζουν στον τόπο της εκτέλεσης…Διότι γίναμε μολόγημα και παράδοξο θέαμα σε όλο τον κόσμο, στοὺς αγγέλους πού θαυμάζουν, καὶ στοὺς ἀνθρώπους πού μας χλευάζουν...
Ἐμεῖς, ( μ΄ αυτές τις
ταλαιπωρίες και τους διωγμούς για την πίστη μας στον Αληθινό Θεό ) θεωρούμαστε μωροὶ και ανόητοι χάριν τοῦ Χριστοῦ, ενώ σεῖς ( πού δεν μάχεσθε
για την ίδια πίστη αλλά από μακριά και χωρίς κινδύνους στέκεσθε )
θεωρείσθε φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἐμεῖς θεωρούμαστε
ἀδύνατοι, εσεῖς δυνατοί· εσεῖς ἔνδοξοι, ἐμεῖς ἄσημοι ( χωρίς καμία δόξα και
αξίωμα και επί πλέον κυνηγημένοι…).
Από την ημέρα πού λάβαμε
το Αποστολικό αξίωμα ώς αὐτὴ τὴν ώρα (
πού σας γράφω αυτό το γράμμα ) καὶ πεινᾶμε καὶ διψᾶμε, δεν έχουμε ρούχα να
προφυλαχτούμε από την κακοκαιρία μέσα στις διαδρομές από πόλι σε πόλι, δεχόμαστε
ραπίσματα και γρονθοκοπήματα από τους
αντίθετους, διάγομεν βίον πλανόδιο, κοπιάζουμε ἐργαζόμενοι μὲ τὰ ἴδια μας τὰ
χέρια ( και δεν ανεχόμαστε να μας ταϊζουν άλλοι...)