Όσο περνάνε τα χρόνια και η κατάσταση της κοινωνίας επιδεινώνεται συχνά – πυκνά ακούμε κάτι φωνές «παλαιών καπετανέων» πού θυμούνται εκείνες τις ωραίες εποχές του «πρίν το ΄85» πού ζήσανε, και πού θάθελαν πάλι αν ήταν ποτέ δυνατόν αυτό, να ξαναγύριζαν…
Δεν ξέρουμε τώρα αν σε κανένα χωριό της Αφρικής υπάρχουν καταστάσεις σαν εκείνες της τότε Ελλάδας «…πού ζήσαμε εμείς οι παλαιότεροι, αλλά αν το ήξερα θάπαιρνα των ομματιών μου και την σύνταξή μου και θα τόσκαγα για εκεί…» μούλεγε πρό ημερών ο δάσκαλος ο Ζήσης συμπληρώνοντας επί τούτου « και θα ζούσα σαν βασιλιάς»
Όχι ότι είναι βασιλικός κατά κόμμα αλλά ότι θα είχε όλα τα καλά μια και η σύνταξή του η μικρή, μόνο στην Αφρική των Ζουλού και των Μάου μάου θα είχε σοβαρο αντίκρυσμα. Εκτός βέβαια αν πηγαίνοντας εκεί αντί να φάει αυτός την σύνταξη τον προλαβαίνανε τίποτα άγριοι ιθαγενείς και τον τρώγανε οι ίδιοι ! Γιατί συμβαίνουν κι΄αυτά, μη το ξεχνάμε…
Όποιοι ανήκετε λοιπόν σε αυτές τις παραπάνω ηλικίες όμως θα καταλάβετε: «H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε…Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να… μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή.. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί..
Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους.
Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά..
Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσυκλέτες χωρίς δίπλωμα…