Μνήμη «δικαίων μετ΄ εγκωμίων… », και όχι μόνο...
Τις μέρες αυτές έφυγε για πάντα από ανάμεσά μας ένας «μεγάλος», κατά λαϊκή έκφραση, άνθρωπος !
Πού κόσμησε την τοπική κοινωνία με το ήθος του, την ευπρέπειά του, αλλά και τον Νομικό επαγγελματισμό του.
Θα λέγαμε και τον «πολιτικό επαγγελματισμό» του, αν και ο ίδιος ήταν ένας «επαγγελματίας πολιτικός». Όμως δεν ήταν !
Αλλά θέλοντας να προσφέρει τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα, καθ΄ο πατριώτης, διολίσθησε κατά φυσική συνέπεια από Νομικός σε Πολιτικός, και τίποτα περισσότερο…Και βέβαια ο αείμνηστος Κωστής ήτανε έντιμος και σπουδαίος .
Ρουσφέτι ομως δεν έκανε κι΄ άς τον λέγανε απόμακρο και «τσιγγούνη».
Ήτανε κι΄αυτό μέσα στις αυστηρές αρχές «περί δικαίου» πού τον διέκρινε και πού τον ξεχώριζε από άλλους πολιτικούς!
Δεν «έκανε» ρουσφέτια, και γι΄αυτό και δεν «έπαιρνε» ψήφους !
Και προφανώς βάσει αυτής της αρχής πού είχε, παρεξηγημένης θα λέγαμε κάπως, δεν έκανε και τίποτα ξεχωριστό για τον τόπο του χάριν υστεροφημίας έστω, όπως συνήθως κάνουν οι πολιτικοί στην γενέτειρά τους…
Ένα ονομαστό άς πούμε έργο πού να θύμιζε ότι από την Πάτρα πέρασε κάποτε κι΄αυτός, όπως έκανε παλαιότερα ο άλλος Κωνσταντίνος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στον τόπο πού γεννήθηκε στην Πρώτη Σερρών ( αλλά και άλλοι πολιτικοί ).
Πού την ανέδειξε από ένα άσημο κουτσοχώρι, σε μία Ευρωπαϊκη αναπτυγμένη μικροπολιτεία.
Ίσως πάλι να το απέφυγε αυτό από μία υπερβολική δόση τιμιότητας ώστε να μη φανεί ότι έκανε διακρίσεις για τον τόπο του, και ακόμη για να μη υποχρεωθεί στα μικρομάγαζα της πολιτικής εξουσίας ( «εγώ σού κάνω αυτό, εσύ κάνε μου το άλλο…»). Ποιός ξέρει τώρα…
Σ΄ έναν δημοσιογράφο λοιπόν πού πρό ετών του είχε πάρει συνέντευξη έλεγε με πίκρα ότι ενώ 40 βουλευτές, του είχαν υποσχεθεί να τον ψηφίσουν για Πρόεδρο του κόμματος της ΝΔ στο τέλος του την έσκασαν και τον ψήφισαν μόνο 10 !
Και ασφαλώς βγήκε άλλος…Μετά απ΄αυτό αποχώρησε και από το κόμμα.
Αλλά άς πούμε και κάτι άλλο πού δεν αφορά βέβαια αυτού καθ΄εαυτού τον αείμνηστο Πρόεδρο αλλά πού αφορά όλους γενικώς τους τεθνεώτας και μάλιστα τους επίσημους και τους μεγάλους της γής .
Πού φροντίζουν βέβαια γιά όλα, αλλά παραλείπουν ένα. Το κυριότερο !
Ήτανε βέβαια και μιάς κάποιας ηλικίας…
Απ΄αυτές, πού όταν σε πιάσει κάτι, θές καρδιακό, θές αναπνευστικό, ή από το άλλο το «κακό» πού δεν λέγεται, δύσκολα την γλιτώνεις…
Και βέβαια ο αείμνηστος έντιμος και σπουδαίος Αχαιός πολιτικός, θα ήταν ασφαλώς και συμβιβασμένος με την ιδέα τού επερχομένου θανάτου του, θα είχε δηλαδή προσγειωθεί περιμένοντας τον θάνατο.
Αν όχι ως καλό φίλο, αλλά τουλάχιστον, ως θεοσεβής, ούτε και ως αδυσώπητο εχθρό…
Άλλωστε κοινή είναι όλων των ανθρώπων αυτή, η εδώ στην γή κατάληξη !
Δύο επί ένα ( 2Χ1 ) θα πάρουμε όλοι μας!
Σ΄εκείνο μόνο πού θα διαφέρουμε θα είναι «το πόσο θα πάρουμε από τον Θεό στον ουρανό», πράγμα πού οι περισσότεροι σήμερα είτε μικροί είτε μεγάλοι, είτε επίσημοι είτε άσημοι, δεν φαίνεται να δίνουμε και την πρέπουσα, σοφή σημασία…
Μια ιστορία πού είχαμε διαβάσει παλαιότερα , από τον μεγάλο συγγραφέα της Παράδοσης, τον Φώτη τον Κόντογλου αν θυμόμαστε καλά, μας δίνει το έναυσμα και για κάποιες άλλες σοφότερες σκέψεις…
Υπήρχε λοιπόν κάποτε ένας βασιλιάς, λέει η ιστορία, πού ανάμεσα στους αυλικούς πού τον περιστοίχιζαν είχε και έναν γελωτοποιό όπως συνήθιζαν τότε να έχουν οι βασιλιάδες, τον λεγόμενο Γιάννη.
Ο Γιάννης με τις πλάκες του, τούς μορφασμούς και τα καραγκιοζιλίκια του, έκανε τον βασιλιά να ξεκαρδίζεται στα γέλια.
Και μάλιστα γι΄αυτή του την διασκέδαση τον είχε βραβεύσει ο βασιλιάς δίνοντάς του κι΄ ένα ραβδί ως αξίωμα «του άρχοντα των ιπποτών της βλακείας»!
Και με πολύ καμάρι ο Γιάννης όπου πήγαινε κρατούσε και το ραβδί αυτό ως άρχοντας των «ιπποτών των μπούφων»..
Κάποια μέρα όμως έμαθε ότι ο βασιλιάς αρρώστησε, έπεσε δηλαδή «του θανατά» πού λέει και ο λαός, και ότι πήγαιναν πολλοί υπηκόοι του να τον αποχαιρετήσουν…
Θέλησε κι΄ο Γιαννάκης να πάει να χαιρετήσει και ρώτησε τον υπασπιστή του βασιλιά αν μπορούσε να πάει κι΄αυτός, αλλά κι΄ο βασιλιάς συμφώνησε, «…έ, τώρα, τι να κάνουμε, άς έλθει κι΄αυτός μη μου πεί κανένα αστείο μπάς και γελάσω…» είπε ο βασιλιάς.
Πήρε λοιπόν την μπαστούνα του ο Γιάννης και πήγε στον βασιλιά, κι΄ανάμεσα στα άλλα σκέρτσα πού του έκανε τον ρώτησε: «Μεγαλειότατε, έμαθα ότι δεν είσαι και τόσο καλά κι΄ότι ίσως και πεθάνεις… ( τον παρηγορούσε κι΄από πάνω !).Όμως έχεις ετοιμαστεί για το μέρος εκείνο πού σύντομα πρόκειται να ταξιδέψεις;». Χαμογέλασε ο βασιλιάς λέγοντάς του, «Και τι ετοιμασίες να κάνω βρέ Γιάννη, αφού εκεί πού θα πάω δεν υπάρχει τίποτα! Πέθανα, ψόφησα, πού λέτε κι΄εσείς εκεί κάτω στον κόσμο…».
Ο Γιάννης όμως είχε άλλες σκέψεις:
«Βασιλιά μου δεν είναι έτσι τα πράγματα όπως τα λές. Όλα τα έχεις κανονίσει, και κηδείες, και μουσικές, και μοιρολογήματα. Καλά όλα αυτά αλλά με τον Θεό και με την ψυχή σου πού θα πάς επάνω, τι έχεις κανονίσει ; ».
Τον κοίταξε εμβρόντητος ο βασιλιάς για τα λόγια πού μόνο αυτός ο «βλάκας» του έλεγε, ενώ όλοι οι άλλοι σιωπούσαν και είπε ξερά : «ΤΙΠΟΤΑ ! ».
Τον κοίταξε και ο Γιάννης, σήκωσε την ράβδο της βλακείας πού κάποτε του είχε δώσει ο βασιλιάς και του είπε:
«Μεγαλειότατε, πάρε αυτό το μπαστούνι γιατί μεγαλύτερο βλάκα από σένα δεν έχω συναντήσει στην ζωή μου…».
Αυτά λέει η παραβολική αυτή ιστορία και μακάρι όσοι «μεγάλοι» φεύγουν από αυτή την ζωή να έχουν ετοιμαστεί και πνευματικά για την άλλη!
Ο «έχων ώτα, ακούειν ακουέτω» λέει κάπου ο Χριστός! Εμείς τι κάνουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου