«Θα έρθει καιρός που Nομοθέτης θα είναι η βία και η δύναμη. Οι κακοποιοί θα είναι σεβαστοί από όλους. Ο όρκος δεν θα δεσμεύει κανέναν, και οι άξιοι δεν θα βρίσκουν πουθενά καταφύγιο …»
Ησίοδος, αρχαίος ποιητής στο περίφημο έργο του «Έργα και ημέραι»
Πρίν προχωρήσω σήμερα στις σκέψεις μου, για να μιλήσω για τον άγνωστο στους περισσότερους Στέλιο Κυριακίδη, θα πώ δυό λόγια για κάποιες συμπεριφορές ανθρώπων, δημοσίων λειτουργημάτων, πού συναντούμε στην σύγχρονη καθημερινότητα κι΄εδώ δυστυχώς στήν τοπική κοινωνία...
Και πού μετά θα κληθούμε να συγκρίνουμε όλα αυτά, με μια άλλη συμπεριφορά ένός πραγματικού Έλληνα πατριώτη πού «πέθαινε για την Ελλάδα και μόνο » !
Ποιός όμως πεθαίνει σήμερα, «για την Ελλάδα και μόνο; »
Τά «είδη» πρός σύγκριση μπορεί να φαίνονται βέβαια ανόμοια, όμως τά ελατήρια συμπεριφοράς τα θεωρώ συγκρίσιμα και γι΄ αυτό θα τα παραθέσω.
Τρία λοιπόν γεγονότα, δύο δικά μας κι΄ ένα του Στέλιου Κυριακίδη, μας οδηγούν σ΄ αυτή την σύγκριση ενδιαφερόντων για το κοινό καλό των συμπατριωτών μας ! …
Πώς σκέπτονται σήμερα κάποιοι άνθρωποι, πού δήθεν θέλουν το καλό του τόπου, και πώς σκέφθηκε ένας άλλος ταλαιπωρημένος αθλητής αλλά και μεγάλος Έλληνας!
Πολλές φορές λοιπόν αναπολώντας τα ιστορικά περασμένα αυτής της χώρας και αυτής της πολιτείας, δακρύζω βλέποντας την σημερινή κατάντια της…
Πού να στρέψω τώρα το βλέμμα μου και πού να ακουμπήσω την σκέψη μου χωρίς να αποφύγω συγκρίσεις με το παρελθόν ;
Πώς ήταν η Ελλάδα μας και η Πάτρα μας τότε, και πώς την έχουμε καταντήσει σήμερα, μαύρη ( και από τους μαύρους… ), άραχλη, συφοριασμένη και αγνώριστη…
Κι΄ άς μη μας πεί τώρα κανένας δημοσιογράφος «ρατσιστές», ή μας κατηγορήσει για «διασπορά ψευδών ειδήσεων» ( όπως απειλούσε πρό καιρού κάποιους μπλόγκερς ένας γνωστός δημοσιογράφος «δεξιάς» εφημερίδας αλλά μάλλον αριστερός ο ίδιος ( τι περίεργη συνεργασία… ) ενθυμούμενος ο «δημοκράτης» μας εκείνον τον αλήστου ιστορίας νόμο της χούντας για την «διασπορά ψευδών ειδήσεων», και ζητώντας μάλιστα επιτακτικά και παροτρυντικά από τις δημόσιες αρχές την ενεργοποίησή του !...
Ώ, τι κόσμος μπαμπά !
Ίσα πού δεν φώναζε τότε και δεν τσίριζε : «πιάστε τους, πιάστε τους…»
Την διογκούμενη εγκληματικότητα από αυτά τα στοιχεία πού μας έχουνε κάνει σήμερα να κλειδαμπαρώνουμε το σπίτι μας μέσα στην ίδια μας την χώρα δεν την έβλεπε, έβλεπε μόνο εκείνες τις συγκεκριμμένες ειδήσεις πού έθιγαν την «αγνότητα» προθέσεως των λαθρομεταναστών δείχνοντας σαν να τους είχε πάρει, ο φιλεύσπλαχνος, κατ΄ αποκοπήν καί υπό την προστασία του…
Τι κι΄ αν έσπαγαν κάποια κεφάλια συμπατριωτών μας ακόμη και για 10 ευρώ, αυτό δεν είχε γι΄ αυτόν καμιά σημασία…
Τσάτρα, πάτρα στα άρθρα του, μια από εδώ και μια από εκεί, ναι μέν και αλλά,…και έτσι εφοδίαζε με αλγκόν και καλμαλίνες ( πού τις θυμήθηκα τώρα ), την κοινή γνώμη !
Τι να κάνουμε όμως τώρα, συμβαίνουν κι΄ αυτά, τα παράδοξα και τα αναφέρουμε τώρα μεταξύ τυρού και αχλαδιού για να αντιληφθούμε το πόσο πειράζονται κάποιοι από την «ασυδοσία» των μπλόγκερς…
Ξαναγυρίζουμε τώρα και στο θέμα μας…
Πού είναι λοιπόν εκείνοι οί παλαιοί δραστήριοι και ευγενείς άνθρωποι με την λεπτότητα της ψυχής, με το ενδιαφέρον για ότι καλίτερο και για ότι το ομορφότερο, πού θα μπορούσε να κοσμήσει την πολιτεία μας ;
Γιατί τότε, είτε Δήμαρχοι ήσαν, είτε Αντιδήμαρχοι ήσαν, είτε σύμβουλοι, είτε γκέκηδες, ακόμα και βεληγκέκηδες της Αστυνομίας να ήταν, φρόντιζαν πραγματικά για τήν ποιότητα ζωής και εμφάνισης αυτού του τόπου…
Σήμερα όλα ρήμαξαν από τον κομματισμό, την πολιτική, « αυτός, δεν είναι δικός μας παράτατον …» πού μέσα στις υπηρεσίες ακόμη δίνει και παίρνει…
Μικρό δείγμα πήρα προχθές από μία άλλη, δεύτερη ιστορία αυτή, πού άκουσα με πρωταγωνίστρια κομματικό στέλεχος Εκπαίδευσης πού το μόνο προσόν τής ανέλιξής της φαίνεται να υπήρξαν πράσινες πολιτικές πλάτες και πού τώρα έχοντας καβαλήσει το γνωστό καλάμι λέει με το παραμικρό σε κάθε διαμαρτυρόμενο ή και ενιστάμενο πού πάει στο γραφείο της:
-- « Πέρασε έξω…, έξω…, έξω από εδώ, έξω από το γραφείο μου…».
-- Από πού «έξω απ΄ εδώ» μαντάμ; Μήπως από το σπίτι σου, ή από το εργοστάσιο του πατέρα σου;
Η " εξ΄ αποδώ..."
Ά, ρέ Γιωργάκη Παπανδρέου πώς σε ρεζιλεύουν κάτι τέτοιοι άνθρωποι πού κάποιοι άλλοι κομματικοί ανόητοι τούς έβαλαν σ΄ αυτές τις καρέκλες επαφής με το κοινό, για να τυραννάνε τον κόσμο, προσβάλλοντας ταυτόχρονα και τη δική σου προσπάθεια διαφάνειας, ισότητας, και δικαιοσύνης πού κατά το μέτρο σου επιχειρείς και επιζητείς…
Χάθηκε να βάλουν ένα ευγενικό και γλυκομίλητο πρόσωπο πού θάβλεπε όλους τους ανθρώπους ίσους, και θα κοίταζε πώς να τους εξυπηρετήσει συναδελφικά, και όχι με τουπέ και κομματικά;
Ή μήπως δεν υπάρχει τέτοιο πρόσωπο στην παράταξη;
Γιατί καλά τα προσόντα, τα μάστερ και τα μπάστερ αλλά όλα αυτά δεν αρκούν για ένα τέτοιο πόστο αν δεν υπάρχει και ανθρωπιά !
Ποιός όμως να στα πεί αυτά Γιωργάκη μου, και ποιός να στα σφυρίξει, όταν όλοι οί Yes men πού σε περιβάλλουν είτε στα κρύβουν, είτε δεν τα ξέρουν, είτε δεν τα ψάχνουν, θεωρώντας πώς όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα της Δημόσιας Διοίκησης, μια και οί ίδιοι και «οί δικοί τους…» δεν θίγονται αλλά πάντοτε εξυπηρετούνται ;
Και αυτό είναι μόνο μία από τις πολλές «φωτογραφίες» πού υπάρχουν, κατάλοιπο θλιβερό του κομματισμού και πού κάποιοι όμως συντηρούν με την στάση τους…
Και τώρα κάθομαι και σκέφτομαι εκείνον τον σχετικό λόγο πού πρό ημερών άκουσα και μήπως εκείνη η φράση του Υπουργού Υγείας Ανδρέα Λοβέρδου " ότι ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι ταλαιπωρούν και εξουθενώνουν τα άλλα εννέα εκατομμύρια Ελλήνων", μήπως έχουν και δόση αληθείας;
Μήπως έχει καί δίκαιο ο άνθρωπος και κάποιοι δεν τόχουν καταλάβει και πέσανε επάνω του να τον φάνε !
Έ, λοιπόν, μ΄ αυτά και μ΄αυτά πού βλέπω δεν τόχω κρίμα κι΄ άδικο να πώ:
« Ανδρέα Λοβέρδο προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα ! »
Πώς σκεπτότανε όμως ένας άλλος Έλληνας !
==================================
Καί τώρα άς γνωρίσουμε την άγνωστη, συγκλονιστική ιστορία ενός σύγχρονου μεγάλου Έλληνα πρωταθλητή και άξιου διάδοχου του θρυλικού Σπύρου Λούη, τον μαραθωνοδρόμο Στυλιανό Κυριακίδη, ο οποίος το 1946 βοήθησε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες να γλιτώσουν από την πείνα...
«Για την Ελλάδα Στέλιο μου!»
« …Όταν ήμουν μικρός, πολλές βραδιές κοιμόμουν στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς μου στην Κυψέλη. Ήταν πολύ ευχάριστη η διαμονή μου στο σπίτι τους. Δεν βαριόμουν ποτέ.
Ένα απόγευμα ο παππούς μου μού είπε: «Σήμερα το βράδυ, ο Φρέντυ Γερμανός, στην εκπομπή του στην τηλεόραση, έχει τον Στέλιο Κυριακίδη».
Όταν τον ρώτησα ποιος ήταν ο Κυριακίδης, μου διηγήθηκε σύντομα την ιστορία του. Η διήγηση αυτή ήταν τόσο συναρπαστική που εκείνο το απόγευμα δεν διάβασα τα μαθήματά μου ανυπομονώντας να παρακολουθήσω την εκπομπή για να δω ποιος ήταν αυτός ο τόσο σπουδαίος άνθρωπος.
Ήταν γιος των αγροτών Γιάννη και Ελένης Κυριακίδη. Με την παραμικρή αιτία πήγαινε με τα πόδια στο απέναντι χωριό που απείχε 15 με 20 χιλιόμετρα. Έβγαλε το Γυμνάσιο στην Πάφο κι από την εφηβική του ηλικία άρχισε να παίρνει μέρος σε αγροτικούς αγώνες εκπροσωπώντας το χωριό του. Το 1930 γράφτηκε στον Γυμναστικό Σύλλογο Ολύμπια Λεμεσού τον οποίο δεν εγκατέλειψε, μέχρι και το τέλος της αθλητικής του σταδιοδρομίας (παρόλο που αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα). Για ένα διάστημα εργάστηκε ως υπάλληλος του Δήμου Λεμεσού.
Το 1934 μετακόμισε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου από το 1936 εργάστηκε ως εισπράκτορας της Δ.Ε.Η., χωρίς να εγκαταλείψει τον αθλητισμό. Διακρίθηκε αρκετές φορές στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια με την εθνική ομάδα, ενώ κατέρριψε την πανελλήνια επίδοση του Σπύρου Λούη στον Μαραθώνιο (επίδοση τεσσάρων περίπου δεκαετιών).
Ο Λούης φέρεται να τον υποδέχθηκε στο σπίτι του στο Μαρούσι λέγοντάς του:
«Παιδί μου Στέλιο, να τρέχεις πάντα, γιατί εμείς οι Έλληνες γεννηθήκαμε για να τρέχουμε. Μόνο έτσι καταφέραμε να ζήσουμε τόσους αιώνες».
Το 1941, μετά την είσοδο ναζιστικών γερμανικών δυνάμεων στην Αθήνα παντρεύτηκε την Ιφιγένεια με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελένη, την Μαίρη και τον Δημήτρη. Για τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ο ίδιος δήλωσε πως το γαμήλιο δώρο του ήταν ένα ψωμί (κι αυτό μισό). Το 1943 στο Χαλάνδρι, συνελήφθηκε από Γερμανούς με άλλα 49 άτομα (τα οποία εκτελέστηκαν) εξαιτίας ενός φόνου Γερμανού στρατιώτη.
Ο Γερμανός αξιωματικός υπηρεσίας ήταν μαραθωνοδρόμος και τον άφησε ελεύθερο, όταν βρήκε στο πορτοφόλι του την ταυτότητά του και την κάρτα διαπίστευσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 στο Βερολίνο. Ο γιός του Δημήτρης Κυριακίδης ανέφερε: «Μια άλλη φορά, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στο σπίτι μας, βρήκαν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Στην πρώτη σελίδα ήταν ο Χίτλερ.“Χάιλ Χίτλερ!” είπαν και εξαφανίστηκαν.
Έτσι εδόθη εντολή να μην πηγαίνει κανείς στο σπίτι του Κυριακίδη. Από τότε ο πατέρας μου έκρυβε στο υπόγειό μας τους συμμάχους που έπεφταν με τα αλεξίπτωτα και έφευγαν αργότερα στην Αίγυπτο…».
Το 1946, μετά τη λήξη της γερμανικής Κατοχής το 1944 και του Εμφυλίου Πολέμου, ο Κυριακίδης αποφάσισε να συμμετάσχει στον 50ο Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης στις Η.Π.Α.. Μετά από αρκετές δυσκολίες κατάφερε να αγωνιστεί και να νικήσει, ευαισθητοποιώντας Αμερικανούς και Έλληνες ομογενείς, στέλνοντας έτσι οικονομική βοήθεια και είδη πρώτης ανάγκης στην Ελλάδα που μαστιζόταν από φτώχεια κι ανέχεια.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, αφιερώθηκε στον αθλητισμό (προπονητής, διοικητικός παράγοντας), σε φιλανθρωπικά έργα, στον προσκοπισμό ενώ προέτρεπε τα παιδιά να στραφούν στον αθλητισμό, δημιουργώντας το γυμναστήριο "Αθλητικός Όμιλος Φιλοθέης".
Ο Στέλιος Κυριακίδης πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου του 1987, στη Αθήνα και τάφηκε στον Πύργο Κορινθίας, όπου είχε το εξοχικό του.
Ο Μαραθώνιος της Βοστώνης
Το 1946, ο 36χρονος Στέλιος Κυριακίδης αποφάσισε να συμμετάσχει στον περίφημο πεντηκοστό Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης (42.195 μ.), μετά από τιμητική πρόσκληση των διοργανωτών. Τα γεγονότα ότι λόγω της Κατοχής ήταν αδύναμος και υποσιτισμένος, ότι είχε πέντε χρόνια να αγωνιστεί σε Μαραθώνιο και η έλλειψη προπόνησης, προκαλούσαν την σύζυγό του η οποία του έλεγε:
«Είσαι τρελός; Έτσι κοκαλιάρης όπως είσαι θα πεθάνεις!».
Έτσι ξεκίνησε τις προπονήσεις ακόμη και μέσα στο χιόνι, ενώ κάποια στιγμή λιποθύμησε από την εξάντληση. Όμως, ο Σ.Ε.Γ.Α.Σ. αδυνατούσε να στείλει βεβαίωση-πιστοποίηση ερασιτέχνη αθλητή. ούτε βίζα μπορούσε να βγάλει καθώς ήταν προνόμιο μόνο Αμερικανών υπηκόων, αλλά με την βοήθεια του πρόξενου, τον οποίο γνώριζε, την απέκτησε. Παρόλα αυτά το ταξίδι με το πλοίο θα του στερούσε απαραίτητες προπονήσεις ή ακόμη και την συμμετοχή του στον αγώνα, ενώ το αεροπορικό εισιτήριο για Παρίσι κόστιζε 575 δολάρια με τον ίδιο να δηλώνει:
«Όταν άκουσα το ποσόν τρελάθηκα. Εκείνη την ημέρα θα πήγα 30 φορές πάνω κάτω την οδό Σταδίου».
Μετά από αντιρρήσεις της συζύγου του, πούλησε την ηλεκτρική κουζίνα και το ραδιόφωνό τους, ενώ κατάφερε να λάβει και από την Δ.Ε.Η., όπου δούλευε, επιταγή 1.000 δολαρίων (από την ταρραχή του ξέχασε να ευχαριστήσει). Όταν η τράπεζα αρνήθηκε να του δώσει συνάλλαγμα είπε αγανακτισμένος στον διευθυντή:
«Τρέχω για την Ελλάδα από το 1933. αγωνίζομαι για τη γαλανόλευκη. δεν είμαι κανένας τυχοδιώκτης».
Τελικά, στις 4 Απριλίου 1946 επιβιβάστηκε για πρώτη φορά σε αεροπλάνο, πετώντας για Αμερική.
Στην Αμερική, οι γιατροί πίστευαν πως θα πέθαινε από εξάντληση κατά την διαδρομή, καθώς ήταν εξαιρετικά αδύναμος και καχεκτικός. αλλά οι αντιρρήσεις τους ξεπεράστηκαν από την αθλητική ομοσπονδία. Προπολεμικά ο Κυριακίδης είχε συμμετάσχει στον Μαραθώνιο της Βοστώνης του 1930, εγκαταλείποντας λόγω των καινούργιων αθλητικών υποδημάτων που του είχαν χαρήσει Έλληνες ομογενείς και τα οποία τον πλήγωσαν.
Κατά την παραμονή του στην Αμερική υποσχέθηκε πως δεν θα εγκατέλειπε ξανά λέγοντας: «Ήρθα να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες.».
Ο μάγειρας του ξενοδοχείου όπου διέμενε ήταν Έλληνας ομογενής και τον βοήθησε να πάρει πέντε κιλά μέσα σε λίγες ημέρες. Την ημέρα του αγώνα, όμως, οι γιατροί είχαν και πάλι τις ενστάσεις τους, σχετικά με την υγεία του Κυριακίδη.
Έτσι υπέγραψε υπεύθυνη δήλωση, σύμφωνα με την οποία ήταν ενήμερος για τους κινδύνους, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη (κάποιες εφημερίδες τον αποκαλούσαν «ο κοκκαλιάρης 'Ελληνας»).
Κατά τις 12:00, στις 20 Απριλίου 1946, δόθηκε η εκκίνηση του Μαραθωνίου της Βοστώνης. Οι κύριοι διεκδικητές της νίκης ήταν ο Αμερικανός Τζόνυ Κέλυ (2 νίκες, 7 δεύτερες θέσεις, 61 συμμετοχές) και ο Καναδός Ζεράρντ Κοτέ (4 νίκες). Πριν τον αγώνα κάποιος έδωσε στον Κυριακίδη ένα διπλωμένο χαρτάκι να το διαβάσει λίγο πριν την έναρξη.
Από την μια πλευρά έγραφε «Ή ταν ή επί τας» και από την άλλη «Νενικήκαμεν».
Είχε ζητήσει από την επιτροπή να αγωνιστεί με τον αριθμό 7 (τυχερός αριθμός στην Αρχαία Ελλάδα) και έτσι του δόθηκε το 77 (δυο φορές τυχερός). Ακολουθώντας την τακτική που ακολουθούσε πάντα, δεν σπατάλησε δυνάμεις από την αρχή αλλά επιτάχυνε από το μέσον της διαδρομής (είχε βάλει σαν «σημάδια» διάφορα κτήρια, τοποθεσίες και τα παντελονάκια των συναγωνιστών του).
Επίσης κοιτούσε μόνο μπροστά αναφέροντας: «όταν ένας μαραθωνοδρόμος κοιτάζει πίσω του, δίνει φτερά στον αντίπαλο». Στα τελευταία χιλιόμετρα προπορευόταν μαζί με τον Τζόνυ Κέλυ. Τόσο ομογενείς όσο και Αμερικανοί τον ενθάρρυναν, ενώ ένας ομογενής θέλοντας να τον βοηθήσει, του προσέφερε ένα πορτοκάλι χτυπώντας τον ενθαρρυντικά στην πλάτη και μπερδεύτηκε στα πόδια του, κάνοντάς τον να χάσει ρυθμό και έδαφος.
Κάποιος άλλος Έλληνας του φώναξε: «Καλά πας, Στέλιο! Έστω δεύτερος». Παρακάτω, ένας Αμερικανός δημοσιογράφος που παρακολουθούσε τον αγώνα με αυτοκίνητο, τον πληροφόρησε: «ο Κέλυ «έσπασε», είναι ώρα να φύγεις».
Τότε συνέβει κάτι, που ο Κυριακίδης θυμόταν με συγκίνηση: «...ένας ηλικιωμένος Έλληνας να τραβάει τα μαλλιά του και να λέει: Για την Ελλάδα Στέλιο μου! Για τα παιδιά σου!».
Τότε ο Στέλιος Κυριακίδης έδωσε όλα τα σωματικά του αποθέματα κατακτώντας την νίκη, φωνάζοντας στον τερματισμό: «For Greece!» (Για την Ελλάδα).
Ο χρόνος του 2:29:27 αποτέλεσε τον καλύτερο στην Ευρώπη και για 22 χρόνια τον καλύτερο στην Ελλάδα.
Οι Αμερικανοί τον αποκάλεσαν «ο απόγονος του Φειδιππίδη» και σε ερώτηση που του τέθηκε: «Τι θα ήθελες να κάνουμε για σένα;», -ενώ του προσφέρθηκαν χρήματα για να γίνει επαγγελματίας αθλητής και είχε προτάσεις από το Χόλιγουντ για να γίνει ηθοποιός- απάντησε:
«Για μένα τίποτα. Μόνο για την Ελλάδα…», επιμένοντας: «Σας παρακαλώ, μην ξεχάσετε τη χώρα μου». Ο Τζόνυ Κέλυ (ήταν ο επικρατέστερος για τη νίκη) όταν ρωτήθηκε γιατί δεν κατάφερε να κερδίσει τον αγώνα, απάντησε:
«Πως θα μπορούσα να κερδίσω ποτέ έναν τέτοιον αθλητή; Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για μια ολόκληρη πατρίδα».
Αργότερα, ο Κυριακίδης τηλεγράφησε στην Δ.Ε.Η.:
«Ενίκησα με δεύτερον τον Κέλυ και τρίτον τον Κοτέ. Αγών σκληρός. Ευτυχής διότι ενίκησα». Την επομένη του αγώνα στην εφημερίδα της Βοστώνης (Boston Sunday Post), στο άρθρο «Η νίκη ανήκει σε δύο έθνη», ο δημοσιογράφος είχε γράψει:
«Έχω ξαναδεί πολλούς αθλητές να κλαίνε είτε από χαρά για το θρίαμβό τους είτε από λύπη για την ήττα τους. Αυτός ο Αθηναίος με τα ευγενή αισθήματα δάκρυσε αληθινά, με δάκρυα που έβγαιναν μέσα από τη δυνατή ελληνική καρδιά του. Μια καρδιά που δεν τον πρόδωσε στα 26 μίλια που διήνυσε, αλλά που κόντεψε να σπάσει όταν έφτασε στο τέρμα, τόσο από περηφάνια για τη νίκη του όσο και από θλίψη για τις κακουχίες που περνούσε η πατρίδα του».
Το «Πακέτο Κυριακίδη»
Ο Στέλιος Κυριακίδης, μετά τον αγώνα έμεινε για περίπου ένα μήνα στην Αμερική, αποσκοπώντας στην συγκέντρωση βοήθειας για την Ελλάδα, καθώς η νίκη του είχε προκαλέσει την συμπάθεια σε Αμερικανούς και κυρίως σε Έλληνες ομογενείς. Τελικά το ποσό που κατάφερε να συγκεντρώσει έφθασε τα 250.000 δολάρια, ενώ η οικογένεια Λιβανού έστειλε δύο πλοία με είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, ρούχα και φάρμακα).
Η βοήθεια αυτή ονομάστηκε «Πακέτο Κυριακίδη». Τον Μάιο του 1947, ως απόρροια της δημοσιότητας που είχε δωθεί στην κατάσταση της Ελλάδας, λόγω του Μαραθωνίου της Βοστώνης, τέθηκε σε εφαρμογή εσπευσμένη οικονομική βοήθεια από την Αμερική (400.000 δολάρια), πρίν το Σχέδιο Μάρσαλ.
Στις 23 Μαΐου 1946, ο Κυριακίδης επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου περίπου ένα εκατομμύριο Έλληνες τον υποδέχθηκαν με τιμές ήρωα. Έπειτα, πραγματοποιήθηκε επίσημη τελετή στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, όπου ο λόγος του δακρυσμένου Κυριακίδη (δήλωνε:
«Είμαι υπερήφανος που είμαι Έλλην») συγκίνησε το πλήθος. Η επιστροφή στο σπίτι του στην Φιλοθέη κράτησε 8 ώρες. Για πρώτη φορά μετά την Κατοχή, φωταγωγήθηκε η Ακρόπολη προς τιμήν του.
Τιμές και Διακρίσεις
Συνολικά ο Στέλιος Κυριακίδης υπήρξε 14 φορές νικητής σε Παγκύπριους αγώνες (2 σε μαραθώνιο) και 11 φορές Πανελληνιονίκης (3 σε μαραθώνιο). Το 1933 στην πρώτη του συμμετοχή στους βαλκανικούς αγώνες τερμάτισε 2ος πίσω από τον Ρουμάνο Γκαλ. Το 1934 στο Ζάγκρεμπ κέρδισε το πρώτο του χρυσό βαλκανικό μετάλλιο από τα 6 συνολικά που κατέκτησε (4 σε μαραθώνιο).
Με την ελληνική εθνική ομάδα σημείωσε συνολικά 36 καλύτερες εθνικές επιδόσεις και έχει συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936 και του Λονδίνου το 1948 τερματίζοντας 11ος και 18ος αντίστοιχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου