Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άλωση τής Πόλης…. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άλωση τής Πόλης…. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

29η Μαϊου ! Μνήμες κοπετών και θρήνων…





Πρό τής Αλώσεως...







" Πάψετε το Χερουβικό, κι ας χαμηλώσουν τ' Άγια,
γιατί είναι θέλημα Θεού, η Πόλη να τουρκέψη…

Η Δέσποινα ταράχτηκε, δάκρυσαν οι εικόνες,

Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μην κλαις και μη δακρύζης,
πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα' ναι…". 





Πολλές φορές, συλλογίσθηκα εκείνες τις μέρες της Άλωσης …

Κι΄ άλλες τόσες φορές στάθηκα νοερά στις πέτρες των ερειπίων και στα απομεινάρια του «τείχους τής Αυτοκρατορίας…», κλαίγοντας και θρηνώντας για της Πόλης το κατάντημα και το πάρσιμο…

Γυρίζοντας λοιπόν το ρολόϊ του χρόνου πίσω, καιρός είναι να θυμηθούμε για λίγο εκείνες τις μέρες…

Γιατί έπεσε, η τελευταία εναπομείνουσα πόλη της Αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη;

Ο Ιωσήφ Βρυέννιος , ο διδάσκαλος του προμάχου της Ορθοδοξίας Μάρκου του Ευγενικού, διεκτραγωδεί στα κείμενά του την προ της Αλώσεως ενσκήψασαν διαφθοράν λέγοντας παρακάτω…


+++++++++++++++++


« Όταν ο τελευταίος μαρτυρικός βασιλεύς Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος ανέλαβε την εξουσίαν , το δημόσιον ταμείον ευρέθη κενόν.


Διά τούτο θερμοτάτην προς τους πλουσιωτέρους της πόλεως απηύθυνε έκκλησιν, ζητών την συνδρομήν των… Αλλ’ οι μεγιστάνες ηρνήθησαν ισχυριζόμενοι ότι είναι…..πένητες ! 

Πένητες ; Ποιοί ;

Αυτοί των οποίων τα υπόγεια των μεγάρων ευθύς μετά την Άλωσιν ανέσκαψαν οι Τούρκοι και ανεκάλυψαν θησαυρούς μεγίστους, ικανούς να εξοπλίσουν στρατούς και στόλους ολόκληρους !

Ο ίδιος ο αυτοκράτωρ συνομιλών με τον Φρατζήν εξεφράζετο πικρώς λέγων, ότι πέριξ του θρόνου δεν ευρίσκετο ένας ειλικρινής σύμβουλος, μια και όλοι ζητούν αυτό πού τους συμφέρει… 


Χαρακτηριστικόν δείγμα της ιδιοτελείας είναι και τούτο , ότι, όταν κατά την διάρκειαν της πολιορκίας της πόλεως τα εξωτερικά τείχη υπό των βολών του τηλεβόλου υφίσταντο σοβαράς βλάβας και ηνοίγοντο ρήγματα , τα οποία είχον ανάγκην αμέσου επισκευής, μηδέ εν τη υστάτη ταύτη ώρα , λησμονούντες το ίδιον συμφέρον , επείθοντο να παράσχουν την αναγκαίαν ύλην και εργασίαν εάν πρώτα δεν πληρώνονταν την αμοιβή τους….»
 
Το άγιον όνομα του Θεού εβλασφημείτο δημοσία και ουδείς υπέρ αυτού ήρε φωνή διαμαρτυρίας, ενώ θα έπρεπεν, υπερασπισταί της τιμής του ονόματος του Θεού, να προτιμήσωμεν μαρτυρικόν θάνατον παρά των ασεβών, παρά σιωπώντες να γινώμεθα συνένοχοι των βλασφημούντων…
 

Όρκοι εις δημοσίαν διάταξιν !

Η αδιαφορία των πολιτών δια τας ανάγκας του γείτονος, της κοινωνίας , του κινδυνεύοντος κράτους μεγίστη. Η φιλαυτία εβασίλευε, τα ίδια εκάστου συμφέροντα εθεραπεύοντο. 

Τα τείχη της πόλεως παρουσίαζον φθοράς και έχρηζον συντόμου επισκευής, αλλ’ οι έχοντες τους υλικούς θησαυρούς προετίμων να κτίζουν τριωρόφους κατοικίας ή να διαθέτουν το χρήμα υπέρ της κοινής ασφαλείας.Η δε φιλαργυρία των πλουσίων υπήρξε απαραδειγμάτιστος…»


Οί τότε συνθήκες…
 

Βυζαντινοί και σύμμαχοι. 

Η μόνη βοήθεια που δέχτηκαν οι Βυζαντινοί ήταν από τον Γενουάτη Ιουστινιάνη, ο οποίος πολέμησε γενναία και πέθανε για την Πόλη. Η οικονομική κατάσταση της Πόλης ήταν σε άθλια κατάσταση. Επειδή όμως το αυτοκρατορικό ταμείο δεν είχε χρήματα για τους μισθούς των στρατιωτών, ο αυτοκράτορας έδωσε διαταγή να αφαιρεθούν από τις εκκλησίες τα ιερά σκεύη και τα αφιερώματα των πιστών για να μας κατασκευαστούν νομίσματα.
Κανένας δεν πρέπει να μας κατηγορήσει γι' αυτή την πράξη σαν ιερόσυλους επειδή το επέβαλλε η ανάγκη. Το ίδιο άλλωστε έκανε και ο Δαβίδ όταν πείνασε και έφαγε τους "άρτους της προθέσεως", που μόνο οι ιερείς είχαν το δικαίωμα να φάνε.
Ο αείμνηστος αυτοκράτορας είπε γι' αυτή την ενέργειά μας: "Αν ο Θεός γλιτώσει την Πόλη, θα τα επιστρέψω όλα τετραπλάσια στον Κύριό μου".
Απόσπασμα: "Το χρονικό της Άλωσης" Γεώργιος Φραντζής.
Νόθευση και υποτίμηση του βυζαντινού νομίσματος.
Αλλά οι αυτοκράτορες νόθευσαν το νόμισμα για να ανταποκριθούν στις ανάγκες των καιρών. Γιατί παλαιότερα, στα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη Βατατζή, τα δυο τρίτα του βάρους του νομίσματος (= 16 κεράτια) ήταν καθαρός χρυσός• την αξία αυτή διατήρησε ο γιος και διάδοχος του (Θεόδωρος Β' Λάσκαρης).
Ύστερα, επί Μιχαήλ (Παλαιολόγου), όταν ανακτήθηκε η Κωνσταντινούπολη, εξαιτίας των αναγκαστικών δόσεων προς τους Ιταλούς, τα παλαιά σημεία πάνω στο νόμισμα αντικαταστάθηκαν από την εικόνα της Κωνσταντινούπολης στην πίσω πλευρά του, και η αξία του χρυσού νομίσματος μειώθηκε ακόμη ένα κεράτιο, έτσι που περιείχε πια μόνο 15 κεράτια από τα 24 .
 

Μετά το θάνατο του Μιχαήλ Η'. Στις αρχές της βασιλείας του Ανδρόνικου Γ') το νόμισμα περιείχε 14 κεράτια χρυσού και τώρα πια μόνο το μισό του βάρους του είναι καθαρός χρυσός. Γι' αυτόν το λόγο οι τροφές ήταν δυσεύρετες και πολύ δύσκολο να αγοραστούν, αν παρουσιάζονταν κάπου, και ο λαός έμοιαζε να είναι αιχμάλωτος (της οικονομικής ανάγκης) και υπέφερε από πείνα. (Γεώργιος Παχυμέρης, εκδ, Ι Bekker, τ. 2ος, Βόννη 1836, σελ. 493-494 στο Ιστορία του Μεσαιωνικού και του νεότερου κόσμου, 565-1815, ΟΕΔΒ, Αθήνα, σελ. 134)
Το χρονικό της Άλωσης.
Μάρτιος του 1453: Ο Σουλτάνος φθάνει κάτω από τα τείχη της Κων/πολης με πολυάριθμο στρατό, από στρατιώτες τεχνίτες, σιτιστές υπηρέτες και εργάτες και ατελείωτα πλήθη ατάκτων που τους προσείλκυε η προοπτική της λεηλασίας. Πολυάριθμοι φανατικοί Τούρκοι μοναχοί με κηρύγματα τόνωναν το ηθικό τους και την πολεμική τους ορμή.

Διάταξη αντιπάλων δυνάμεων και κυριότερες φάσεις της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης
7 Απριλίου: Κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία. Ο αγώνας ήταν άνισος. Στην Πόλη υπήρχαν 5000 Βυζαντινοί στρατιώτες και 2000 ξένοι Βενετοί και Γενουάτες και τα πληρώματα των πλοίων στο Κεράτιο Κόλπο. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας πήρε θέση στην πύλη του Αγίου Ρωμανού απέναντι από το σουλτάνο.


11 Απριλίου: Οι Τούρκοι αρχίζουν το βομβαρδισμό με κανόνια. Κύριοι στόχοι είναι το αυτοκρατορικό παλάτι στις Βλαχερνές και την πύλη του Αγίου Ρωμανού. Το μέγεθος και οι δυνατότητες του, παραδίδονται μεταξύ θρύλου και πραγματικότητας, τέρας τι φοβερό και εξαίσιον με ήχο βολής ουρανόβροντον: είναι πράγμα φοβερότατων ιδειν και ες ακοήν όλως άπιστον και απαράδεκτον (ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ).

Με τη βοήθεια Ιταλού μηχανικού, ο Μωάμεθ, κατασκεύασε δίολκο δώδεκα χιλιομέτρων ανάμεσα στο Βόσπορο και στον Κεράτιο κόλπο, πίσω από το τείχος του Γαλατά. Στον Κεράτιο κόλπο σύρθηκαν νύχτα 70 πλοία με τα πληρώματα τους. Αυτό ήταν βαρύ πλήγμα για τους Κων/πολίτες οι οποίοι υπέφεραν από έλλειψη τροφίμων. Πολλοί συμβούλευαν τον αυτοκράτορα να φύγει και πως η παρουσία του έξω από τα τείχη θα έσωζε την πόλη. Ο Κων/νος απέρριπτε την ταπεινωτική αυτή λύση με θάρρος και αξιοπρέπεια.

Ο σουλτάνος λοιπόν μετέφερε μ' αυτόν τον τρόπο τα πλοία του μέσα σε μια νύχτα και το πρωί βρέθηκαν ξαφνικά στο λιμάνι. Ύστερα έφτιαξε μια γέφυρα με τον εξής τρόπο: συγκέντρωσε πολλές μικρές βάρκες, μεγάλα δοχεία και ξύλινα βαρέλια, τα έδεσε γερά με δοκάρια, σίδερα και σκοινιά ώστε να μη σκορπιστούν από τα κύματα και έβαλε πάνω τους σανίδες τις οποίες στερέωσε με μεγάλα σιδερένια καρφιά.
Έτσι κατασκεύασε μια μεγάλη και δυνατή γέφυρα με 50 οργιές πλάτος και 100 μήκος, την οποία τοποθέτησε στη μέση του λιμανιού και η οποία φαινόταν σαν ξηρά. Τοποθέτησε πάνω της ένα κανόνι και άρχισε να χτυπάει με αυτό και με τα πλοία του την Κωνσταντινούπολη από εκείνο το μέρος. "Το χρονικό της Άλωσης", Γεώργιος Φραντζής

12 Απριλίου: Οι Βυζαντινοί με επινοητικότητα αντιμετωπίζουν τις βολές. Κρεμούσαν στην εξωτερική πλευρά των τειχών δέματα με μαλλιά ή με φύλλα ώστε να εξασθενεί η ορμή των βολών. Δημιούργησαν ένα δεύτερο τείχος φτιαγμένο με χόρτα, καλάμια και λάσπη καλυμμένο με δέρματα.

13 Απριλίου: Η κυβέρνηση της Γένοβας καλεί εγγράφως όσους πολίτες της, βρίσκονται στην Ανατολή να συνδράμουν τον αυτοκράτορα Παλαιολόγο με κάθε τρόπο.

20 Απριλίου: Έφθασαν μπροστά στην Κων/πολη τρία καράβια Γενουατικά και ένα βυζαντινό φορτωμένο με προμήθειες. Αν και ο Τουρκικός στόλος κινήθηκε εναντίον τους, οι Βυζαντινοί κέρδισαν χάριν στην ναυτική απειρία των Τούρκων. Ο σουλτάνος είχε τόσο αναστατωθεί ώστε προχώρησε έφιππος μέσα στη θάλασσα.

22 Απριλίου: Ο Σουλτάνος προχωρά στο τελικό σχέδιο.

7 και 11 Μαϊου: Οι Τούρκοι επιχειρούν νέες εφόδους αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ ΣΤΙΣ ΠΡOΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΩΑΜΕΘ Β' (Απόσπασμα):
ΤΟ ΔΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΣΟΙ ΔΟΥΝΑΙ ΟΥΤ΄ ΕΜΟΝ ΕΣΤΙΝ ΟΥΤ΄ ΑΛΛΟΥ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ ΕΝ ΑΥΤΗ . ΚΟΙΝΗ ΓΑΡ ΓΝΩΜΗ ΠΑΝΤΕΣ ΑΥΤΟΠΡΟΑΙΡΕΤΩΣ ΑΠΟΘΑΝΟΥΜΕΝ ΚΑΙ ΟΥ ΦΕΙΣΟΜΕΘΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΗΜΩΝ. Το να σου παραδώσω την πόλη ούτε στις δικές μου προθέσεις είναι ούτε σε κανενός άλλου απ' όσους κατοικούν σ' αυτή, γιατί όλοι με κοινή απόφαση (που πήραμε) με τη δική μας αβίαστη θέληση θα πεθάνουμε και δε θα υπολογίσουμε τη ζωή μας. Γ. Φραντζής (ιστορικός της άλωσης) (μετάφραση).

Μετά την απάντηση του Παλαιολόγου ο Μωάμεθ κάλεσε πολεμικό συμβούλιο κι έβγαλε λόγο εμψυχώνοντας το στρατό του υπογραμμίζοντας τους θησαυρούς που θα έβρισκαν μέσα στα ανάκτορα, στα σπίτια, στις εκκλησίες. Μόλις άρχισαν να σβήνουν τα άστρα του ουρανού καθώς προχωρούσε το φως της μέρας κι εμφανίστηκε στην ανατολή η ροδοδάχτυλη αυγή, όλο το πλήθος του εχθρού παρατάχθηκε σε μια σειρά που έφτανε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της πόλης. Ακούστηκαν τότε τα τύμπανα, οι σάλπιγγες και τα υπόλοιπα πολεμικά όργανα με φωνές και αλαλαγμούς, ενώ τα κανόνια άρχισαν να ρίχνουν όλα μαζί.
 


Τότε όλοι οι Τούρκοι όρμησαν από ξηρά και από θάλασσα στα τείχη και άρχισαν τη συμπλοκή μαζί μας. Οι πιο θαρραλέοι έστησαν σκάλες, ανέβηκαν πάνω σ' αυτές και έριχναν αδιάκοπα τα βέλη τους εναντίον των δικών μας. Η φρικτή και αμφίρροπη μάχη κράτησε δύο ώρες και φαινόταν ότι οι χριστιανοί θα έπαιρναν πάλι τη νίκη. Τα πλοία που μετέφεραν τις σκάλες και τις κινητές γέφυρες αποκρούστηκαν από τα παραθαλάσσια τείχη και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω άπρακτα. Οι πολεμικές μηχανές, που έριχναν πέτρες από τα τείχη της πόλης, σκότωσαν πολλούς αγαρηνούς. Αλλά και εκείνοι που ήταν στην ξηρά έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Ήταν κολύ παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς τον ήλιο και τον ουρανό σκεπασμένους από ένα σύννεφο σκόνης και καπνού.
 

Οι δικοί μας έκαιγαν τις εχθρικές πολεμικές μηχανές με το "υγρό πυρ", γκρέμιζαν τις σκάλες με όσους βρίσκονταν πάνω τους και σκότωναν αυτούς που επιχειρούσαν να ανεβούν στα τείχη με μεγάλες πέτρες, ακόντια, πυροβόλα και τόξα. Όπου έβλεπαν συγκεντρωμένους Τούρκους, τους χτυπούσαν με μεγάλα τηλεβόλα, σκοτώνοντας και πληγώνοντας πολλούς. Οι εχθροί απηύδησαν τόσο πολύ από τη σθεναρή αντίσταση που συναντούσαν ώστε θέλησαν να κάνουν λίγο πίσω για να ξεκουραστούν, αλλά οι τσαούσηδες1 και οι ραβδούχοι της τουρκικής Αυλής τους χτυπούσαν με σιδερένια ραβδιά και βούνευρα2 για να μην υποχωρήσουν.
Ποιος μπορεί να περιγράψει τις κραυγές και τα βογκητά των τραυματιών και στα δύο στρατόπεδα; Ο θόρυβος και οι φωνές τους έφταναν μέχρι τον ουρανό. Μερικοί από τους δικούς μας, που έβλεπαν τους εχθρούς να υποφέρουν, τους φώναζαν: "Τι κάνετε συνεχώς επιθέσεις, αφού δεν μπορείτε να μας νικήσετε;" Εκείνοι τότε, προσπαθώντας να δείξουν τη γενναιότητα τους, ανέβαιναν πάλι στις σκάλες. Οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν στους ώμους των άλλων και οι επόμενοι τους μιμούνταν, για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή του τείχους. Η πολιορκία και η Άλωση της Κων/λης Γεώργιος Φραντζής 1. Οι σωματοφύλακες του σουλτάνου (σ.τ.μ-). 2. Μαστίγια από δέρμα βοδιών (σ.τ.μ.).

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ 


Το πρωί (της 7ης Μαΐου) πάλι οι Τούρκοι έβαλαν με το μεγάλο τηλεβόλο λίγο χαμηλότερα κι εγκρέμισαν ένα μεγάλο κομμάτι - τα ίδια δεύτερη και τρίτη φορά. Κι όταν ήταν πια μεγάλο το χάλασμα, αμέσως πλήθος ασκέρια όρμησαν αλαλάζοντας στο μέρος αυτό πατώντας ο ένας πάνω στον άλλον - τα ίδια και οι Έλληνες από τη μεριά της πόλης: και χτυπούσαν πρόσωπο με πρόσωπο ουρλιάζοντας σαν θηρία. -'Ήταν φριχτό να βλέπει κανείς και των δυο τη δύναμη και παρατολμία. Ο Γιουστινιάνης με κάμποσους πολεμιστές όρμησε κραυγάζοντας απάνω στους Τούρκους με τόση αφοβία, ώστε εν ριπή οφθαλμού τους επέταξε κάτω από τα τείχη "κι εγέμισε το χαντάκι σκοτωμένους. Ένας δε γενίτσαρος, ο Αμουράτ, πολύ δυνατός στο κορμί, έφτασε ως το Γιουστινιάνη κι άρχισε να τον χτυπά με θηριωδία. Τότε κάποιος από τους Έλληνες επήδησε από το τείχος και του πήρε το κεφάλι με το πελέκι κι έτσι έσωσε το Γισυστινιάνη από το θάνατο...
Η πολιορκία και η άλωση της Πόλης από τους Τούρκους το 1453. Το Ρωσικό Χρονικό του. Νέστορα Ισκεντέρη, απόδ. Μ. Αλεξανδρόπουλος, Αθήνα 1978,58.

18 Μαϊου: Οι Τούρκοι στήνουν μεγάλο ξύλινο κινητό πύργο επάνω σε τροχούς κοντά στην πύλη του Αγ. Ρωμανού μπροστά στο χείλος της Τάφρου την οποία αρχίζουν να γεμίζουν. Οι Βυζαντινοί όμως τους απωθούν, αδειάζουν την τάφρο και επισκευάζουν τις ζημιές. Αδημονία και ανησυχία κυριαρχεί στο στρατόπεδο των Τούρκων

21 Μαϊου: Ο Σουλτάνος στέλνει πρέσβη στην Κων/πολη ζητώντας την παράδοση της πόλης.

25-26 Μαϊου: Συμβαίνουν πολλά δυσοίωνα στην Πόλη. Πέφτει κάτω η εικόνα της Παναγίας κατά τη λιτανεία της και τούτο παρά δόξαν γεγονός φρίκην πολλήν και αγωνίαν μέγιστην και φόβος πασιν ενέβαλεν. Επιπλέον ξεσπά μεγάλη νεροποντή με βροντές, αστραπές, χαλάζι και τη επόμενη νέφος βαθύ την πόλιν πασαν περιεκάλυψε από πρωϊας βαθείας έως εσπέρας.

Κυριακή 27 Μαϊου: Ο βομβαρδισμός άρχισε με ιδιαίτερη ένταση και εναντίον των χερσαίων τειχών και εναντίον του τείχους του Κεράτιου.
Δευτέρα 28 Μαϊου: Η Κων/πολη προετοιμαζόταν πυρετωδώς για τη μεγάλη επίθεση. Ταυτόχρονα ο κόσμος προσευχόταν και έγιναν λιτανείες με περιφορές εικόνων μπροστά στα κατεστραμμένα τείχη. Το βράδυ έγινε κατανυκτική λειτουργία στην Αγία Σοφία που έμελλε να είναι και η τελευταία. Ό καίσαρ κι οι άρχοντες εγύριζαν όλη την πόλη. με δάκρυα και θρήνους ικέτευαν τους αρχηγούς και τους στρατηγούς, όλους τους στρατιώτες κι όλο το λαό να μην χάνουν τις ελπίδες τους, να μην κάνουν βήμα πίσω - αλλά με θάρρος κι ακλόνητη πίστη χτυπάτε τους εχθρούς κι ο Κύριος και θεός μας θα μας βοηθήσει. Κι επρόσταξε να σημαίνουν όλες οι καμπάνες συναγερμό των πάντων, σύσσωμος ο λαός έτρεχε στα τείχη κι επολέμαγε τους Τούρκους. έγινε φονικός πόλεμος, φριχτό κι αβάσταχτο ήταν να βλέπεις τόση ανδρεία και παρατολμία.
Ό Πατριάρχης κι όλη η σύνοδος έκαναν δεήσεις στον μεγάλο ιερό ναό, παρακαλώντας αδιάκοπα από το θεό και την υπεραγία Θεοτόκο βοήθεια και θάρρος κατά των εχθρών. 


Όταν άκουσε τις καμπάνες, έλαβε τις σεπτές εικόνες, εβγήκε μπροστά στην εκκλησία και γονατιστός ευλόγησε την Πόλη με το σταυρό κι έλεγε κλαίγοντας: "Ανάστα, Κύριος ο θεός και βοήθησε μας την έσχατη τούτην ώρα της καταστροφής μας, μην αποστραφείς διαπαντός τα πλάσματα σου και μη δώσεις την κληρονομία σου βορά στους ανθρωποφάγους για να μην ειπούν: "Που είναι ο Θεός τους;", αλλά να ιδούν ότι εσύ είσαι ο θεός μας, ο Κύριος μας Ιησούς Χρίστος προς δόξα του θεού πατρός". Κι αυτά τα ίδια αναφώνησε και στην υπεραγία Θεοτόκο: ""Ω, υπεραγία Δέσποινα, άπλωσε το χέρι ενώπιον του υιού σου και Θεού μας, προστάτεψέ μας Δέσποινα, από την οργή του Θεού κι από τον όλεθρο μας, γιατί αύτη τη στιγμή, Πάναγνη και Υπεράμωμη, είμαστε μπροστά στου άδη το στόμα: έλα, φιλέσπλαχνη και φιλάνθρωπη, και σώσε μας, πάρε μας στη δεξιά σου προτού μας καταβροχθίσει ο άδης κι όλοι θα δοξάζουν, και θα ευχαριστούν το υπεράγιο κι υπέρλαμπρο όνομα σου". Αυτά έλεγαν και προσεύχονταν δίχως να σταματούν. "Το χρονικό της Άλωσης", Γεώργιος Φραντζής.

Άποψη του κεντρικού κλίτους της Αγίας Σοφίας.
Ένας μεγάλος αριθμός πολιτών κατέφυγε στο ναό από τις πρώτες στιγμές της Τουρκικής εισβολής.

Τρίτη 29 Μαϊου: Οι Τούρκοι αρχίζουν την επίθεση από την πύλη του Αγ. Ρωμανού όπου το τείχος ήταν σχεδόν κατεστραμμένο. Οι πρώτες επιθέσεις αποκρούσθηκαν μετά από μάχη σώμα με σώμα στις οποίες ήταν παρόντες ο Ιουστινιάνης και ο Κων/νος. Σ' αυτή τη μάχη τραυματίστηκε ο Ιουστινιάνης και κατέφυγε στο Γαλατά. ΜΙΑ ΛΑΪΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΗ (Το παραθέτουμε με τη γλώσσα του πρωτοτύπου)  


"Η κακή τύχη ηθέλησε και ελαβώθη ο καπετάνιος Γιουστουνιάς ( Ιουστινιάνης) με μια σαϊττέα εις τα σαγόνια και έτρεχε το αίμα εισέ όλο του το κορμί, και εσκιάχθη να μην αποθάνη, και δεν εμίλησε λόγον να βάλη άλλον εις τον τόπον του, μόνε άφησε τον πόλεμον καί έφυγε κρυφά, δια να μην τζακιστούνε οι σύντροφοι του. Και εμπήκανε οι εχθροί μέσα. Οπού αν ήθελε αφήσει άλλον εις τον τόπον τον, δεν ηθέλανε εμπή, οι εχθροί και ήθελε κρατεί τον πόλεμον και δεν ήθελε χάσει την χωράν, τόσο ότι ακόμα αντιστέκανε οι Ρωμαίοι και πολεμούσανε ανδρείως- και εσκλήρυνε πολλά ο πόλεμος. Και ο βασιλεύς, ωσάν• έμαθε ότι ελαβώθη ο καπετάνιος και έφυγε, τότε επήγαινε με αναστεναγμόν να τον ευρή, και ερωτά πού 'να τον ευρή. Και οι πολεμιστάόες, οι σύντροφοι του, επολεμούσανε χωρίς καπετάνιο. αμή αρχίσανε και αυτοί και άφηναν τον πόλεμον και εφεύγανε. Τότε επηρανε οι Τούρκοι θάρρος πολύ και οι Ρωμαίοι εόειλιάσανε πολλά. Και ετούτα εγίνισαν όιατίέφυγε ο καπετάνιος, οπού έκαμνε χρεία να στέκη και να πολεμά έως να αποθάνη εις την τιμήν του, και ήθελε όιόει θάρρος και των συντρόφων του, όιατί όλη η δύναμη του Τούρκου ήτανε εις εκείνην την μερέα. Και οι ελεεινοί Ρωμαίοι αμή ελιγοστεύανε και δεν ημπορουσανε να αντισταθούνε εισέ τόσο πλήθος Τούρκων". (Βαρβερινός κώδικας)
 


Η αποχώρηση του Ιουστινιάνη προκάλεσε σύγχυση και οι Τούρκοι άρχισαν να εισβάλλουν στην Πόλη κατά μάζες. Ακολούθησε η τελική αντίσταση κατά την οποία ο Κων/νος έπεσε πολεμώντας ως απλός στρατιώτης. Κι o καίσαρ, όταν άκουσε πώς έγινε πια το θέλημα του Θεού, επήγε στη μεγάλη εκκλησία, έπεσε και προσκύνησε ζητώντας έλεος από το Θεό κι άφεση αμαρτιών. Aποχαιρέτισε τον Πατριάρχη, όλο τον υπόλοιπο κλήρο, τη ρήγισσα, προσκύνησε σ' όλα τα σημεία κι εβγήκε από το ναό, πίσω εβόησε όλος ο κλήρος κι όλοι όσοι βρέθηκαν τότε εκεί, γυναίκες και παιδιά αμέτρητα τον ξεπροβόδισαν με θρήνους κι αναστεναγμούς, τόσο που έλεγες ότι η μεγάλη εκκλησία εσάλεψε από τον τόπο της, κι εμένα μου φαίνεται ότι ή βουή τους θα έφτασε κείνη τη στιγμή ίσαμε τον ουρανό. Καθώς έβγήκε από την εκκλησία είπε ένα μονό: "Όποιος θέλει να θυσιαστεί για τους ιερούς ναούς και την ορθόδοξη πίστη μας, ας με ακολουθήσει" και καβαλίκεψε το φαρί του κι ετράβηξε για τη Χρυσή Πύλη - εκεί ενόμισε ότι θα βρει τον άπιστο.

Τον ακολούθησαν ως τρεις χιλιάδες πολεμιστές. Μπροστά στην πύλη είδαν πάρα πολλούς Τούρκους πού καρτερούσαν να πιάσουν τον καίσαρα. Τους εσκότωσαν όλους αυτούς. 'Έτσι ο καίσαρ έφτασε ίσαμε την πύλη, μα από τους πολλούς σκοτωμένους δεν ημπορούσε να προχωρήσει άλλο και πάλι βρέθηκαν μπροστά του άλλοι Τούρκοι κι έπολέμησαν και μ' αυτούς ως το θάνατο. Εκεί έπεσε ο ευσεβής καίσαρ Κωνσταντίνος υπέρ των ιερών ναών και της ορθοδοξίας, μήνας Μάιος, την 29η μέρα, αφού εσκότωσε με το χέρι του, όπως έλεγαν όσοι έμειναν ζωντανοί, πάνω από 600 Τούρκους, κι έτσι αλήθεψε ο χρησμός: "Με Κωνσταντίνο έγινε και πάλι με Κωνσταντίνο θ' αποθάνει". Γιατί οι αμαρτίες έρχεται ή ώρα και κρίνονται από το θεό και, καθώς λέγεται, οι κακουργίες κι οι ανομίες καταλύουν τους θρόνους των ισχυρών.

29η Μαϊου, 2:30 το μεσημέρι: Η χιλιόχρονη βυζαντινή αυτοκρατορία είχε καταλυθεί. Καμιάς πολιτείας η πτώση δεν θρηνήθηκε τόσο πολύ όσο της Πόλης του Ελληνισμού, επειδή ως το 1453 είχε παραμείνει το αδούλωτο προπύργιο του Βυζαντινού κράτους. Η αντίσταση των πολιορκουμένων μπροστά στους πολυάριθμους άπιστους για την πατρίδα και τη θρησκεία, έμεινε χαραγμένη στον υπόδουλο Ελληνισμό και δημιούργησε την εθνική συνείδηση στους 4 αιώνες σκλαβιάς. .... 


Οι Ελληνες μόλις διέτρεξε η φήμη πως έπεσε η Πόλη, άλλοι άρχισαν να τρέχουν προς το λιμάνι στα πλοία των Βενετσιάνων και των Γενοβέζων και καθώς ορμούσαν πολλοί πάνω στα πλοία βιαστικά και με ακαταστασία χάνονταν, γιατί βούλιαζαν τα πλοία. Και έγινε εκείνο που συνήθως γίνεται σε τέτοιες καταστάσεις. Με θόρυβο, φωνές και χωρίς καμιά τάξη έτρεχαν να σωθεί ο καθένας μέσα σε σύγχυση...
 

Ένα μεγάλο πλήθος άνδρες και γυναίκες, που όλο και μεγάλωνε από τους κυνηγημένους, στράφηκε προς τον πιο μεγάλο ναό της Πόλης, που ονομάζεται Αγια Σοφιά. Μαζεύτηκαν εδώ άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Σε λίγο όμως πιάστηκαν από τους Τούρκους χωρίς αντίσταση. Πολλοί άνδρες σκοτώθηκαν μέσα στο ναό από τους Τούρκους. Αλλοι πάλι σ' άλλα μέρη της Πόλης πήραν τους δρόμους χωρίς να ξέρουν για που. Σε λίγο άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι πιάστηκαν και πολλοί όμως από τους Ελληνες φάνηκαν γενναίοι αντιστάθηκαν και σκοτώθηκαν, για να μη δουν τις γυναίκες και τα παιδιά τους σκλάβους.
"Σε όλη την Πόλη τίποτε άλλο δεν έβλεπες παρά αυτούς που σκότωναν και αυτούς που σκοτώνονταν αυτούς που κυνηγούσαν και κείνους που έφευγαν". Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, "Απόδειξις ιστοριών" (μετάφραση). 


Ο λαός διέδιδε με το τραγούδι του το σκληρό μήνυμα ως θέλημα Θεού. Πηραν την πόλιν, πηραν την, πηραν τη Σαλονίκη, πηραν και την Αγία Σοφιά, το μέγα Μοναστήρι, που ειχε τριακόσια σήμαντρα κι εξήντα δυό καμπάνες κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος. Σιμά να βγουν τά άξια κι ο βασιλιάς του κόσμου φωνή τους ηρθ' εξ ουρανου κι απ' Αρχαγγέλου στόμα. Στις 2:30 το μεσημέρι η χιλιόχρονη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το σύμβολο του Ελληνισμού και Χριστιανισμού, είχε καταλυθεί.

Η Λαϊκή μούσα θρηνεί για την άλωση της Πόλης: "Πάψετε το Χερουβικό, κι ας χαμηλώσουν τ' Άγια γιατί είναι θέλημα Θεού, η Πόλη να τουρκέψη". "Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες". Αλλά το γενναίο φρόνημα του έθνους με αισιοδοξία δηλώνει: "Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μην κλαις και μη δακρύζης, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα' ναι". Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη, Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις. Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία, το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους. Τις το 'πεν; Τις το μήνυσε; Πότε 'λθεν το μαντάτο; Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου και κάτεργον το υπάντησε, στέκει και αναρωτά το: -"Καράβιν, πόθεν έρκεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;" -"Ερκομαι ακ τα' ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος, ακ την αστραποχάλαζην, ακ την ανεμοζάλην απέ την Πόλην έρχομαι την αστραποκαμένην. Εγώ γομάριν Δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω κακά δια τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα." (δημοτικό, απόσπασμα).

Παραδοσιακοί και θαυμαστοί θρύλοι, αναπτύχθηκαν γύρω από την άλωση της Πόλης, για να θρέψουν τις ελπίδες και το θάρρος του εθνους επί αιώνες. "ΠΑλι με ΧρΟνουΣ και καιροΥΣ" Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Ποντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. 


Τότε πήγε ένα παλλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο "Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία". Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε "Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα' ναι". Πάρθεν η Ρωμανία Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν' από την Πόλην ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια, επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον. Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον, εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον, Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει. Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν. "Αλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!" Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται, -Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι -Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία 'πάρθεν. -Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο. (Δημοτικό τραγούδι του Πόντου).

"ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ". Οι περισσότεροι τοπικοί θρύλοι για την άλωση της Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σε ένα σημείο: όλοι δείχνουν ότι ο χρόνος σταμάτησε με την κατάληψη της ιερής πόλης της Ορθοδοξίας από τους άπιστους Τούρκους και ότι η τάξη στον κόσμο θα επανέλθει με την ανακατάληψη της Βασιλεύουσας από τους Έλληνες. Έτσι, και στην Ήπειρο υπάρχει μιααντίστοιχη λαϊκή δοξασία. Συγκεκριμένα, ένα πουλί φέρνει την αναγγελία της πτώσης της Πόλης σε μια ομάδα βοσκών που εκείνη τη στιγμή ποτίζουν τα κοπάδια τους σε ένα ποτάμι, Ο θρύλος λέει ότι στο άκουσμα της φοβερής είδησης τα νερά του ποταμίου σταμάτησαν να κυλάνε, αφού και το φυσικό στοιχείο θεώρησε ότι η πτώση της Κωνσταντινούπολης ήταν κάτι το ανήκουστο. Το ποτάμι θα συνεχίσει και πάλι να κυλάει, μόλις απελευθερωθεί η Πόλη, συνεχίζει ο λαϊκός θρύλος...
"ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ". 


Κάποιος καλόγερος είχε ψαρέψει σε ένα ποτάμι ψάρια και τα τηγάνιζε κοντά στην όχθη του ποταμού. Τη στιγμή εκείνη ακούστηκε από ένα πουλί το μήνυμα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης στους Τούρκους. Ο καλόγερος σάστισε και αμέσως τα μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν από το τηγάνι και ξαναβρέθηκαν στο ποτάμι. Εκεί ζουν αιώνια μέχρι τη στιγμή της απελευθέρωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, οπότε και θα ξαναβγούν για να συνεχιστεί το τηγάνισμα τους.

"Ο Πύργος της Βασιλοπούλας". Στα κάστρα του Διδυμότειχου ένας κυκλικός πύργος, ο ψηλότερος ονομάζεται "πύργος της βασιλοπούλας". Η παράδοση λέει πως κάποτε ο βασιλιάς διασκέδαζε κυνηγώντας και στη θέση του άφησε την κόρη του. Όταν τον ειδοποίησαν ότι έρχονται οι Τούρκοι είχε τόση εμπιστοσύνη στην οχυρότητα του κάστρου ώστε είπε: "αν σηκωθεί από τη χύτρα ο κόκορας και λαλήσει, θα πιστέψω ότι κυριεύτηκε η πόλη.". Οι Τούρκοι όμως χρησιμοποίησαν δόλο και έδειξαν το χρυσοκέντητο μαντήλι του βασιλιά στην κόρη του. Αυτή μόλις το είδε, τους παρέδωσε το κλειδί του κάστρου κι έγινε αιτία της άλωσης. Όταν κατάλαβε πως την ξεγέλασαν, δεν άντεξε την ντροπή και αυτοκτόνησε πέφτοντας από τον πύργο. Από τότε ο πύργος λέγεται της βασιλοπούλας.

"0I ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ". Έναν από τους πύργους των τειχών της Πόλης τον υπεράσπιζαν τρία αδέρφια, άρχοντες Κρητικοί που πολεμούσαν με το μέρος των Βενετών (η Κρήτη τότε ήταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετών). Μετά την πτώση της πόλης τα τρία αδέρφια και οι άντρες τους εξακολουθούσαν να πολεμούν και παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες τους οι Τούρκοι δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν τον πύργο. 


Για το περιστατικό αυτό ενημερώθηκε ο Σουλτάνος και εντυπωσιάστηκε από την παλικαριά τους. Αποφάσισε, λοιπόν, να τους επιτρέψει να φύγουν με ασφάλεια από τον πύργο και να πάρουν ένα καράβι με τους άντρες τους και να γυρίσουν στην Κρήτη. Πραγματικά η πρόταση του έγινε δεκτή με τη σκέψη ότι έπρεπε να μείνουν ζωντανοί για να πολεμήσουν να ξαναπάρουν τη Βασιλεύουσα πίσω από τους απίστους. Έτσι οι Κρητικοί επιβιβάστηκαν στο πλοίο τους και ξεκίνησαν για το νησί τους. Το πλοίο δεν έφτασε ποτέ στην Κρήτη και ο θρύλος λέει ότι περιπλανιούνται αιώνια στο πέλαγος μέχρι τη στιγμή που θα ξεκινήσει η μάχη για την ανακατάληψη της Πόλης από τους Έλληνες. Τότε το πλοίο των Κρητικών θα τους ξαναφέρει στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουν και αυτοί μέρος στη μάχη και να ολοκληρώσουν την αποστολή τους και το ελληνικό έθνος να ξανακερδίσει την Πόλη.
 

Ο Ναός της Αγίας Σοφίας
 

Είναι αναμφισβήτητο στο πέρασμα των χρόνων και στο ξεφύλλισμα της Ιστορίας πως οι Ελληνες αγωνίζονταν για την Πίστη τους στην Ορθοδοξία. Η Κωνσταντινούπολη, αποτέλεσε το κέντρο της ορθοδοξίας και η Αγία Σοφία το σύμβολο της ορθοδοξίας.
Ο Ιουστινιανός μετά τη "στάση του Νίκα" θέλησε να επαναφέρει την τάξη και να ενισχύσει την εξουσία του. Έτσι αποφάσισε να χτίσει μια εκκλησία που θα ξεπερνούσε τις εκκλησίες της εποχής ως προς το μέγεθος, το σχέδιο και την πολυτέλεια. Το έργο ανατέθηκε στους δύο γνωστότερους αρχιτέκτονες της εποχής: τον Ανθέμιο και τον Ισίδωρο. Για την κατασκευή του ναού, προσλήφθηκε ένας μεγάλος αριθμός προσωπικού. Ακόμη οι δύο αρχιτέκτονες είχαν στη διάθεση τους τη δυνατότητα επιλογής ποικίλου υλικού. 


Υπολογίζεται ότι πάνω από 300 εκατομμύρια χρυσών νομισμάτων της εποχής δαπανήθηκαν και οι εργασίες διήρκησαν πέντε χρόνια (532-537). Στις 27 Δεκεμβρίου έγιναν τα εγκαίνια του περίλαμπρου ναού. Εκείνη τη μέρα μόλις ο Ιουστινιανός αντίκρισε του ναό αναφώνησε:: "Νενίκητά σε Σολομών".
Μέχρι τότε οι ναοί των χριστιανών ήταν ορθογώνια κτίρια (βασιλικές) ή κυκλικά κτίσματα με θολωτή στέγη (περίκεντρα). Ο Ανθέμιος και ο Ισίδωρος συνδύασαν το ρυθμό της βασιλικής και του περίκεντρου και έκαναν ένα σχέδιο τη βασιλική με τρούλο. Μάλιστα αυτός ο τρούλος είχε ύψος 62 μέτρα και ήταν διακοσμημένος με ψηφιδωτά και χρωματιστά μάρμαρα.

"Αγία Σοφία, το σύμβολο της ορθοδοξίας". Με την άλωση της Πόλης, η Αγία Σοφία έπεσε στα χέρια των αλλόθρησκων. Η Παναγία όμως προστατεύει την Πόλη, προστατεύει την Αγία Σοφία. Η πίστη αυτή είναι δάχυτη στους θρύλους και στα τραγούδια: Της Αγια-Σοφιάς Σημαίνει ο Θιός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια, σημαίνει κι η Αγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι, με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες, κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος. Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης, κι απ΄την πολλήν την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες. Να μπούνε στο χερουβικό και να 'βγει ο βασιλέας, φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ' αρχαγγέλου στόμα: 


"Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τα 'αγια, παπάδες πάρτε τα γιερά και σεις κεριά σβηστήτε, γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει. Μόν' στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να 'ρτουνε τρία καράβια° το 'να να πάρει το σταυρό και τ' άλλο το βαγγέλιο, το τρίτο το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας, μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν". Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες."Σώπασε κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας είναι". (δημοτικό)

"Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ" εκείνη την τρομερή ημέρα που λεηλατήθηκαν τόσες εκκλησίες και βεβηλώθηκαν τόσα ιερά σκεύη, οι Βυζαντινοί, όπως λέει ο θρύλος, προσπάθησαν να κρύψουν από τους άπιστους την άγια εικόνα την αγίας του Θεού Σοφίας και όλα τα πολύτιμα λείψανα, που ήταν στο ιερό της. 


Γύρω απ' αυτό, διηγούνται μια παράξενη ιστορία: Την ημέρα που πάρθηκε η Πόλη, βιάστηκαν να φορτώσουν την Αγία Τράπεζα σ ένα πλοίο για να την πάνε στην χώρα των Φράγκων. Στη θάλασσα του Μαρμαρά όμως, το πλοίο βρήκε μεγάλη φουρτούνα. Καθώς το είχαν ετοιμάσει πολύ βιαστικά και το φορτίο του ήταν βαρύ, δεν μπόρεσε ν' αντέξει και βούλιαξε στα κύματα, όπως ήταν. Έτσι η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας ξέφυγε από τη βεβήλωση, όχι με τον τρόπο που είχαν ελπίσει οι Βυζαντινοί, αλλά όπως άρεσε στο Θεό.
Η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας αναπαύεται στο βυθό της θάλασσας, πάνω στην άμμο και στα κοχύλια. Το σημείο όπου βούλιαξε το καράβι το ξέρουν καλά οι ναυτικοί και εύκολα το βρίσκουν. Πραγματικά, ακόμα κι όταν η πιο άγρια τρικυμία, φουσκώνει ολόγυρα τα κύματα και κάνει τη θάλασσα να μουγκρίζει, εκεί είναι γαλήνη και ησυχία. Από τη λεία και λαμπρή επιφάνεια του νερού ανεβαίνουν γλυκές ευωδιές και αντίλαλος από αγγελικές ψαλμωδίες. Πολλοί άξιοι δύτες που μαζεύουν κοράλλια ή ψαρεύουν σφουγγάρια, προσπάθησαν να κατέβουν και να δουν το ναυαγισμένο καράβι. Κανείς δεν τα κατάφερε. Η θάλασσα, πολύ βαθιά σ' αυτό το μέρος, φυλάει την Αγία Τράπεζα και τα λείψανα των Αγίων από κάθε βέβηλο μάτι. Όταν όμως θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η Αγία Τράπεζα, που μένει στην άμμο του βυθού, θ' ανέβει στην επιφάνεια όπως ανεβαίνει ο δύτης. Θ αρμενίσει μόνη της κατά το Βυζάντιο και θα την πάρουμε από κει που θ' αράξει. Θα την ξαναφέρουμε στην Αγία Σοφία και με χαρούμενους ύμνους, θα την αφιερώσουμε πάλι στη Σοφία του Θεού. Τότε, μέσα στη Βασιλική που έχτισε ο μεγάλος Ιουστινιανός, θα λάμψουν πάλι τα μωσαϊκά, οι εικόνες των Αγίων, τα λόγια του Ευαγγελίου, και ο σταυρός θα ξαναφανεί πάνω από το μαρμάρινο τραπέζι που ξέπλυναν τα κύματα.

"0Ι ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑΝ" όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη ξεκίνησαν να καταστρέφουν τις εκκλησίες και τα μοναστήρια. Στην Αγία Σοφιά είχε καταφύγει πολύ λαός, κυρίως γυναικόπαιδα, για να αποφύγουν τον θάνατο. Όμως η παρουσία τους εκεί δεν τους έσωσε, καθώς φανατισμένοι από τους δερβίσηδες μωαμεθανοί μπήκαν στην εκκλησία και άρχισαν να σφάζουν αδιακρίτως όποιον έβρισκαν μπροστά τους...


Ο σωρός των πτωμάτων έφτασε τα δέκα μέτρα. Όταν μάλιστα ο Σουλτάνος Μωάμεθ προσπάθησε να μπει στο ναό το άλογο του σκόνταψε πάνω στα πτώματα, Με την οπλή του το άλογο άφησε ένα σημάδι στην κορυφή ενός στύλου, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα. Τις πιο πολλές εικόνες και τοιχογραφίες της Αγία Σοφιάς τις κατέστρεψαν οι Τούρκοι. 

Όταν, όμως, οι άπιστοι εισβολείς έφτασαν στον εξώστη - γυναικωνίτη και ένας τσαούσης (Τούρκος αξιωματικός) προσπάθησε με έναν πέλεκυ να καταστρέψει μια τοιχογραφία της Παναγίας που κρατά στα χέρια της τον Ιησού μωρό, έγινε το θαύμα ! Τη στιγμή που ο Τούρκος προσπάθησε να καταφέρει το πρώτο χτύπημα στην τοιχογραφία κεραυνοβολήθηκε κι έπεσε νεκρός. Τη θέση του πήρε ένας άλλος Τούρκος, αλλά την ίδια στιγμή κι εκείνος είχε την ίδια τύχη. 

Οι υπόλοιποι βάρβαροι πανικοβλήθηκαν απ' το πρωτόγνωρο γι΄ αυτούς θαύμα και γεμάτοι τρόμο, αλλά και σεβασμό εγκατέλειψαν την ανόσια προσπάθεια τους. Η συγκεκριμένη τοιχογραφία σώζεται μέχρι σήμερα στον δεξιό εξώστη της Αγία Σοφιάς.

"Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ" όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη Βασιλική Εκκλησία, ένας ιερέας τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Βλέποντας τους άπιστους να μπαίνουν, δε σκεπτόταν παρά πώς να σώσει από τη βεβήλωση τον ιερό άρτο και το πολύτιμο Αίμα του Χριστού. 


Ανέβηκε, λοιπόν, βιαστικός στον Άμβωνα, κρατώντας τ' Άγιο Δισκοπότηρο κι εξαφανίστηκε σε μια μικρή πόρτα. Την έκλεισε πίσω του, μα δυστυχώς οι Τούρκοι τον είχαν δει κι έτρεξαν να τον προφτάσουν. Όταν όμως έφθασαν στο σημείο που θα έπρεπε να βρίσκεται η πόρτα, ξαφνιάστηκαν γιατί δεν είδαν παρά μόνο μια γυμνή, λεία επιφάνεια χωρίς το παραμικρό σημάδι ανοίγματος. Αγριεμένοι, προσπάθησαν να γκρεμίσουν τον τοίχο, αλλά έσπασαν τα όπλα τους, χωρίς να καταφέρουν τίποτε! -Ας φέρουν τους χτίστες του στρατού μας, αποφάσισε ο Σουλτάνος. Έτσι θα δούμε τι είναι πίσω απ' αυτόν τον τοίχο. 

Οι χτίστες ήρθαν με τα εργαλεία τους κι άρχισαν να χτυπούν τον τοίχο. Παρ' όλες τους τις προσπάθειες όμως, δεν μπόρεσαν ούτε να τον τρυπήσουν κι ομολόγησαν πως σίγουρα υπήρχε κάποιο τεχνικό μέσο, που τους ήταν άγνωστο. -Είστε ανίκανοι, φώναξε καταθυμωμένος ο Σουλτάνος και θα τιμωρηθείτε! Να φέρουν βυζαντινούς χτίστες! Τότε έφεραν βιαστικά όσους μπόρεσαν και απειλώντας τους με θάνατο, τους πρόσταζαν να ρίξουν αυτόν τον τοίχο! Μα, ούτε κι αυτοί δεν τα κατάφεραν! 

Γιατί, το θέλημα του Θεού, πιο δυνατό από κάθε ανθρώπινη δύναμη, κρατούσε αυτές τις πέτρες δεμένες γερά, για να προστατεύει τον ιερέα. Όλους αυτούς τους αιώνες, ο ιερέας αγρυπνεί, σφίγγοντας το δισκοπότηρο, που προστάτευσε από τους άπιστους! Μα, όταν θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η πόρτα θα ξανανοίξει μόνη της, ο ιερέας θα βγει, θα ξαναμπεί στο ιερό και θα συνεχίσει τα λόγια της λειτουργίας, από κει ακριβώς που είχε σταματήσει!

Η Αγία Σοφία στη σημερινή της μορφή. Η εικόνα του ναού της Αγίας Σοφίας έχει αλλοιωθεί μετά τη προσθήκη 4 μιναρέδων στο εξωτερικό, που δείχνουν αταίριαστοι με το υπόλοιπο οικοδόμημα, Στο εσωτερικό ο χριστιανικός σταυρός αντικαταστάθηκε με το μουσουλμανικό μισοφέγγαρο. Τζάμια με χρωματιστό γυαλί τοποθετήθηκαν στα παράθυρα και οι μεγάλες κρεμαστές λάμπες λαδιού αντικαταστάθηκαν από μικρότερες. Τα ψηφιδωτά καλύφθηκαν με κίτρινη μπογιά και γενικότερα όλη η εικόνα της εκκλησίας άλλαξε. Από την Άλωση του 1453 ως το 1934, η Αγία Σοφία λειτούργησε ως τζαμί και από το 1935 ως τις μέρες μας, λειτουργεί ως μουσείο. Η Αγία Σοφία ακόμη και στην παραμορφωμένη κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, προκαλεί το θαυμασμό του επισκέπτη για το μεγαλειώδες αυτό έργο αλλά συγχρόνως και τη λύπη του για τις καταστροφές που έχει υποστεί το σημαντικότερο έργο του Βυζαντινού πολιτισμού και της Χριστιανοσύνης.

"Αγία Σοφία, το σύμβολο της ορθοδοξίας" 

Όμως, αν το Βυζάντιο ως πολιτική υπόσταση τερμάτισε τον ιστορικό του βίο, ο πολιτισμός του, έστω και χωρίς τη δόξα του παρελθόντος, επιβίωσε καθ' όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, εξακολούθησε να επηρεάζει τον πολιτισμό στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη και μέχρι σήμερα αποτελεί μια από τις κυριότερες συνιστώσες του νεοελληνικού πολιτισμού. Κορυφαίοι λόγιοι του Βυζαντίου, όπως ο Βησσαρίων ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και τόσοι άλλοι, δίδαξαν την αρχαία ελληνική γλώσσα και τους αρχαίους Ελληνες συγγραφείς στα πανεπιστήμια της Ιταλίας και ένα πλήθος μαθητών τους από όλες τις χώρες της Ευρώπης μετέφεραν τα διδάγματα τους σε όλη την ήπειρο, ώστε ο ανθρωπισμός να γίνει πανευρωπαϊκό κίνημα και ακρογωνιαίος λίθος του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
http://www.manesis.gr/alosi/alosi.htm